1. Εισαγωγή
Η λέξη «πολιτική» έλκει την καταγωγή της από τη λέξη «πολίτης» και αυτή από τη λέξη «πόλις». Για τους αρχαίους Έλληνες η πόλις δεν ήταν γεωγραφικός προσδιορισμός (Άνδρες γαρ η πόλις). Η εδαφική αντίληψη της πολιτικής κοινότητας είναι σύγχρονη αντίληψη.
Ο ρόλος της πολιτικής αρχίζει από τη στιγμή που ο άνθρωπος συγκρότησε ομάδα, στο εσωτερικό της οποίας χρειάστηκε να βρει τρόπους να συνυπάρξει με τον Άλλο. Με τον τρόπο αυτό ο άνθρωπος θέλησε να γεφυρώσει τα ατομικά του δικαιώματα με εκείνα της ομάδας. Έτσι, βρέθηκε ανάμεσα στις συμπληγάδες που συγκροτούν τα συμφέροντα των ατόμων από τη μια πλευρά, με εκείνα των κοινοτήτων στις οποίες αυτά ανήκουν, από την άλλη. Η γεφύρωση δεν αποδείχτηκε εύκολη, γιατί τα άτομα εξ ορισμού επιζητούν την ελευθερία των επιλογών τους. Η κοινωνία τους επιβάλλει την τάξη, τα άτομα διεκδικούν το δικαίωμα, η κοινωνία για να επιζήσει απαιτεί την υποχρέωση. Άλλωστε, δεν υπάρχει ηθική χωρίς υποχρεώσεις, νόμος χωρίς τιμωρία, ειρήνη χωρίς σύνορα. Από δω αρχίζει το πρόβλημα και μαζί μ’ αυτό και η πολιτική.
Πολιτική είναι η τέχνη του «άρχειν» και του «άρχεσθαι». Στους αρχαίους χρόνους θεωρία της πολιτικής τέχνης έχουμε μόνο στην Ελλάδα. Η αρχαία Ελλάδα δεν μπορεί σήμερα να είναι πρότυπο, ούτε μοντέλο προς μίμηση, μπορεί όμως να είναι πηγή ιδεών και έμπνευσης. Οι αρχαίοι Έλληνες επινόησαν την πολιτική συνείδηση και το κράτος δικαίου, χαράσσοντας τα όρια του ημετέρου και του υμετέρου. Η σεισάχθεια του Σόλωνα και οι μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη αποτελούν την απόδειξη. Ο Σόλων με τη σεισάχθεια παραγράφει τα χρέη και νομοθετεί απαγορεύοντας τον δανεισμό με ενεχυριασμό του ίδιου του σώματος. Ο Κλεισθένης καθιέρωσε τις δομικές αρχές βάσει των οποίων λειτουργεί ακόμη η δημοκρατία: την ιδιότητα του πολίτη, τους θεσμούς για τους πολίτες, τις δομές εξουσίας, τη λογοδοσία, τους ελέγχους… Ακόμη και σήμερα το μοντέλο αυτό εξακολουθεί να αποτελεί ιδέα και ιδανικό που έχει δύναμη να εμπνέει! Από τον Πλάτωνα μαθαίνουμε τις κύριες μορφές πολιτεύματος: μοναρχία, ολιγαρχία, δημοκρατία. Κατά τον Πλάτωνα τα τρία αυτά πολιτεύματα έχουν την υγεία και τις νόσους τους. Άλλοτε είναι υγιή και λειτουργούν καλά και άλλοτε αρρωσταίνουν, φθείρονται και εκφυλίζονται.
Η αρχαία Ελλάδα έχει ταυτιστεί με την έννοια της Δημοκρατίας ( δήμος + κράτος = λαός + εξουσία =εξουσία του λαού). Οι ιδέες του αρχαίου κόσμου, μετά από περιπέτειες, εμπότισαν κυρίως τον δυτικό κόσμο στον οποίο ξεπήδησαν πολιτεύματα στα οποία οι δυσαρεστημένοι από μια διακυβέρνηση, αντί να πάρουν τα όπλα, μπορούσαν να περιμένουν και να προετοιμάσουν ειρηνικά μια εναλλακτική λύση, χωρίς να είναι εκτεθειμένοι στην αναρχία. Ο δυτικός πολιτισμός μπορεί να οριστεί, σε πρώτη προσέγγιση, με βάση το κράτος δικαίου, τη δημοκρατία, τις πνευματικές ελευθερίες, τον κριτικό ορθολογισμό, την επιστήμη και την ελεύθερη οικονομία που στηρίζεται στην ατομική ιδιοκτησία. Αυτές οι αξίες και οι θεσμοί είναι ο καρπός μιας μακρόχρονης ιστορικής οικοδόμησης. Για να γίνει το πέρασμα από την πόλη στο κράτος, χωρίς να χαθεί η δημοκρατία, χρειάστηκαν πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια.
2. Πολιτική/Πολιτικοί/Πολίτης
Το κύριο ερώτημα που εγείρεται είναι: Ποια είναι η δίκαιη πολιτεία; Αν την ανακαλύψουμε θα έχουμε βρει και ποιος είναι ο δίκαιος άνθρωπος. Το ένα είναι προϋπόθεση και συνάρτηση του άλλου. Η δίκαιη πολιτεία έργο δίκαιων ανθρώπων, και ο δίκαιος άνθρωπος γέννημα της δίκαιης πολιτείας. Για τους αρχαίους, ο πολίτης και η πόλις προκόβουν στην «ευδαιμονία» και την «αρετή». Κατά τον Πλάτωνα, ο ένας δια του άλλου θα γίνει τέλειος, δίκαιος.
Στους νέους χρόνους το σκηνικό αλλάζει. Ο Machiavelli εγκωμιάζει τη δύναμη, τη δύναμη για τη δύναμη. Για τον «Ηγεμόνα», που ενσαρκώνει τον ιδεώδη πολιτικό, το κίνητρο, το πρόγραμμα και ο σκοπός είναι η δύναμη (κάνουμε πολιτική για να αποκτήσουμε δύναμη). Σε αντίθεση με το Θουκυδίδη που με το στόμα των μεγάλων ηγετών υποστηρίζει ότι όχι η δύναμη ως δύναμη, αλλά η λάμψη της πολιτείας, το γόητρο στους σύγχρονους και η φήμη στους μεταγενέστερους, είναι ο σκοπός και το έπαθλο των σκληρών αγώνων. Το Machiavelli θα τον συμπληρώσει 100-χρόνια αργότερα ο Bacon: γνώση είναι ό,τι μας δίνει τη δύναμη να νικήσουμε στον αγώνα μας με τη φύση (η θεωρητική κατάκτηση που δεν βοηθάει σ’ αυτή τη νίκη δεν επιτελεί το σκοπό της γνώσης) και προορισμός της είναι να δώσει δύναμη σ’ εκείνον που την κατέχει…
Σήμερα, η πολιτική της δύναμης εφαρμόζεται απροσχημάτιστα όχι μόνο από εκείνους που τη διακηρύττουν χωρίς συστολή, αλλά και από όσους διακηρύττουν ότι την αποδοκιμάζουν, με τη δικαιολογία ότι έχουν ευγενή κίνητρα! Ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα. Στην πολιτική, πρέπει τα μέσα να αγιάζουν το σκοπό. Η δίψα για δύναμη ή για πλούτη, ακόμη και για γόητρο και δόξα δεν κάνει τον πολιτικό. Ο γνήσιος πολιτικός είναι σεμνός και βρίσκει στην πολιτική δραστηριότητα (όχι την ικανοποίηση της ματαιοδοξίας) το νόημα και την πλήρωση της ύπαρξής του. Οι ανθρώπινοι εγωισμοί, οι ανθρώπινες φιλοδοξίες, τα ανθρώπινα πάθη και τα ανθρώπινα συμφέροντα δεν υποτάσσονται εύκολα ούτε δέχονται χωρίς αντίσταση να εναρμονιστούν και μεταξύ τους και με το γενικό συμφέρον. Το αντίδοτο στην αλαζονική υπεροψία είναι η σεμνότητα (όχι δουλικότητα, όχι υποταγή). Όμως, όποιος ασκεί πολιτική εξουσία πρέπει να μπορεί να επιβληθεί. Η δύναμη είναι αναφαίρετη από την εξουσία ως μέσον όχι ως σκοπός. Η δύναμη δεν δικαιώνει τη δύναμη. Ωστόσο, την εξουσία τη χρειαζόμαστε για να προλαβαίνει ορισμένα δεινά. Επίσης τη χρειαζόμαστε για να εξασφαλίσει σε κάθε μέλος της κοινότητας την ελάχιστη παιδεία, η οποία θα του εγγυάται τη δυνατότητα να γνωρίζει το θησαυρό σοφίας που για αιώνες δημιούργησαν οι προγονοί μας.
Αν και η πολιτική είναι μέρος της ηθικής ενέργειας του ανθρώπου, στις μέρες μας ασκείται μέσα σ’ έναν ίλιγγο πλεονεξίας και σ’ ένα πυρετό ματαιοδοξίας. Η πολιτική σε όλες σχεδόν τις χώρες, από το ένα μέρος καπηλεύεται τις ιδέες και από το άλλο πρακτορεύει τα συμφέροντα. Έχει ξεχαστεί ότι η πολιτική είναι πρόθεση και πράξη παιδευτική (Αριστοτέλης: σκοπός της πολιτικής είναι το ανθρώπινο αγαθό). Ο πολιτικός πρέπει να «παιδεύει» τους ανθρώπους, την κοινότητα, το λαό του, να τους καθοδηγεί στον σωστό δρόμο της συλλογικής ζωής, με βάση την αλήθεια και προσφέροντας τον εαυτό του ως παράδειγμα ταύτισης. Είναι αλήθεια ότι η πολιτική δράση συνοδεύεται από πικρίες, δοκιμασίες, θυσίες, αλλά το έπαθλο του πολιτικού πρέπει να είναι ο έπαινος του δήμου, δηλαδή χαρά και υπερηφάνεια από την αναγνώριση της προσφοράς, και όχι η δύναμη και ο πλούτος. Τον καημό των αγωνιστών του δημόσιου βίου για αναγνώριση τον περιγράφει ο Καβάφης στο ποίημά του «Η σατραπεία»:
«τον έπαινο του δήμου και των Σοφιστών
τα δύσκολα και τα’ ανεκτίμητα Εύγε
την Αγορά, το Θέατρο και τους Στεφάνους».
Η J. de Romilly (2009) αναρωτιέται: τί είναι αυτό που ενυπάρχει στον άνθρωπο και το οποίο αντιτίθεται στην εξαιρετική ακτινοβολία της ευφυίας και της λογικής; Την απάντηση τη βρίσκει στο Θουκυδίδη και είναι η « ανθρώπινη φύση», είναι ό,τι δίνεται στον άνθρωπο από τη γέννησή του, με τις πάσης φύσεως ανωμαλίες, με τα πάθη του, την οκνηρία και τον εγωισμό,… Ο J. Adams (1735-1826) τόνιζε: Όλοι οι άνθρωποι θα ήταν τύραννοι αν θα μπορούσαν. Οι εγωιστικές επιθυμίες λυσσομανούν στις καρδιές των ανθρώπων και καταλήγουν στην ωμή και τυραννική διακυβέρνηση. Όμως, εκείνοι που συνασπίζονται για το καλό, ιδιαίτερα σε δύσκολες στιγμές της πολιτείας, δικαιούνται το σεβασμό και την αναγνώρισή μας!
Μια από τις κύριες αρετές του ανθρώπου οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν το ενδιαφέρον του για τον δημόσιο βίο. Η συμμετοχή του πολίτη στα κοινά δεν είναι δικαίωμα, είναι υποχρέωση χωρίς την οποία η δημοκρατία ακυρώνεται. Και θα πρέπει να συμμετέχει ισότιμα τόσο ως προς την άσκηση των δικαιωμάτων του, όσο και ως προς την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του. Σύμφωνα με την περίφημη περιγραφή του Θουκυδίδη του λόγου του Περικλή στην Εκκλησία του Δήμου, ο άρχοντας της πόλης δηλώνει: διότι μόνο εμείς, αυτόν που δεν συμμετέχει στα κοινά τον θεωρούμε… όχι φιλήσυχο, αλλά άχρηστο πολίτη (ουκ απράγμονα, αλλ’ αχρείον). Οι αρχαίοι Έλληνες δεν μπορούσαν να κατανοήσουν την αδιαφορία του πολίτη για την τύχη της «πόλις», αφού, όπως τονίζει ο Σόλων, όπου και όσο να κρυφτεί ή να ασφαλιστεί κανείς, το «δημόσιο κακό» θα πηδήσει τον τοίχο, θα σπάσει την πόρτα του και θα τον βρει…
Η συμμετοχή του πολίτη στον δημόσιο βίο απαιτεί συνθήκες διαμόρφωσης ελεύθερης γνώμης, γιατί μόνο μέσω αυτής μπορεί να προσεγγίσει την αλήθεια. Αλλά, η ελεύθερη σκέψη απαιτεί κριτικό διάλογο και συνεπώς πολιτικές ελευθερίες. Κατά τον Popper: είμαστε πολιτικά ελεύθεροι, όταν μπορούμε να απαλλαγούμε από τους κυβερνώντες, χωρίς αιματοχυσία (Πολιτική ελευθερία σημαίνει να συνυπάρχουμε με την ελευθερία των άλλων και την αντίσταση στην ανελευθερία. Όπου δεν υπάρχει νόμος δεν υπάρχει ελευθερία. Η ελευθερία και η ισότητα παραμένουν εχθρικές μεταξύ τους, αλλά με καινούργιους όρους: Η ισότητα που αρνείται την ελευθερία καταλήγει στον ολοκληρωτισμό, ενώ η ισότητα που διεκδικεί την ελευθερία καταλήγει στη φιλελεύθερη δημοκρατία). Η πολιτική ελευθερία από μόνης της δεν διαμορφώνει τον ενεργό πολίτη. Η καλλιέργεια της κριτικής σκέψης (ορθολογισμός) και η αυτο-απελευθέρωση μέσω της γνώσης είναι το αναγκαίο συμπληρωματικό του υπόβαθρο, γεγονός που καθιστά το ρόλο των διανοουμένων κυρίαρχο. Οι διανοούμενοι έχουν καθήκον να βοηθούν τους άλλους να απελευθερωθούν πνευματικά και να κατανοούν την κριτική στάση… Ένα καθήκον που οι περισσότεροι το έχουν ξεχάσει. Ο διανοούμενος οφείλει, αναγκαστικά, να λειτουργεί σε τρία επίπεδα: αναλυτής που αναζητά την αλήθεια, ηθικό πρόσωπο που αναζητά το καλό και το ωραίο και πολιτικό πρόσωπο που ενώνει το αληθινό με το καλό και το ωραίο. Η υπόθεση της αλήθειας είναι το μείζον. Πρέπει ο πνευματικός άνθρωπος να έχει, κατά το Brecht, τη δύναμη να τη γράφει, την εξυπνάδα να την αναγνωρίζει, την τέχνη να τη χρησιμοποιεί, την κρίση να διαλέγει τους φορείς της και τη διπλωματικότητα να τη διαδίδει…
3. Η Δημοκρατία σε δοκιμασία
Η δημοκρατία γεννήθηκε στο περιθώριο της ιστορίας... Η σύγχρονη δημοκρατία είναι προϊόν μιας αβέβαιης ιστορίας, που περιλαμβάνει πορεία προς τα εμπρός και οπισθοδρόμηση. Μέσα σ’ αυτήν την πορεία εμφανίστηκαν, επικυρώθηκαν και εξελίχθηκαν οι αρχές της. Η δημοκρατία, που απαιτεί ταυτόχρονα τη συμφωνία αλλά και τη διαμάχη, είναι ένα περίπλοκο σύστημα, πολιτικής οργάνωσης και πολιτισμού που τρέφει (και τρέφεται από) την αυτονομία του πνεύματος των ατόμων και την ελευθερία σκέψης και έκφρασης. Η σταθερότητά της είναι αποτέλεσμα περίπλοκων προϋποθέσεων, γι’ αυτό είναι και εύθραυστη. Οι κανόνες του δημοκρατικού παιχνιδιού απαιτούν παιδεία και συνείδηση του πολίτη. Η όξυνση του οικονομικού εξασθενεί τον ζωτικό για τη δημοκρατία ρόλο της διαμάχης των ιδεών. Η δημοκρατία ευνοείται και βελτιώνεται μόνον όταν στηρίζεται αλλά και κρίνεται από όλους τους πολίτες. Είναι μια εξελικτική διαδικασία, πάντα εν κινήσει. Δεν είναι ποτέ μια ολοκληρωμένη υπόθεση, αλλά μια σειρά από συνεχείς δοκιμασίες, από πειραματισμούς. Ποτέ δεν εφησυχάζει, ποτέ το έργο της δεν θεωρείται τελειωμένο. Η δημοκρατία είναι το πολιτικό σύστημα που θεσμοθετεί τη δυσπιστία προς τους αρχηγούς και την παρακολούθησή τους με διάφορα μέσα. Το πιο σημαντικό απ’ όλα είναι η διάκριση των εξουσιών: σε εκτελεστική, που την ασκεί η κυβέρνηση, σε νομοθετική, που την ασκεί η βουλή, και σε δικαστική (πρώτος θεωρητικός της διάκρισης αυτής υπήρξε ο Μοντεσκιέ τον 18ο αιώνα). Παρατήρηση: είναι αναγκαίο να θυμόμαστε ότι οι άνθρωποι είμαστε πάντα στα χέρια συνανθρώπων μας, είτε για καλό είτε για κακό.
Σήμερα το πραγματικό της περιεχόμενο αδειάζει όλο και περισσότερο, καθώς διευρύνεται το χάσμα ανάμεσα στο πραγματικό και το ιδεώδες και λυγίζει προοδευτικά από το βάρος των ανεκπλήρωτων υποσχέσεών της. Όπως η κάθε λέξη έτσι και η δημοκρατία έχει το περιεχόμενο που της δίνουμε. Ένας διαδεδομένος ορισμός της δημοκρατίας σήμερα είναι: η ελευθερία από την αυθαίρετη πολιτική εξουσία (Wallerstein I., 2010). Τα προβλήματα που απασχολούν σήμερα τους ανθρώπους στις δυτικές κοινωνίες αλλοιώνουν τις πολιτικές τους προτεραιότητες και μαζί το νόημα της δημοκρατίας. Τα προβλήματα αυτά είναι: η διαφθορά, οι ανισότητες και το περιεχόμενο της ιδιότητας του πολίτη. Η εξαγορά των υπηρεσιών και των αποφάσεων δημόσιων προσώπων κυριαρχεί. Οι κυρίαρχοι της αγοράς απαιτούν να μην επεμβαίνουν οι κυβερνήσεις στη λειτουργία της και οι πολιτικοί θέλουν την αναρρίχηση ή παραμονή τους στην εξουσία… και εκείνοι φυσικά το έχουν υπόψη τους. Η διαφθορά έχει εξελιχθεί σε μείζον φαινόμενο, δεν είναι απλώς παράνομη, αλλά παραβαίνει και τους κατά τακτά διαστήματα διακηρυσσόμενους κανόνες για έντιμη διακυβέρνηση και ουδέτερη γραφειοκρατία. Και όταν ένας μείζον κανόνας παραβιάζεται καθημερινά, το μόνο δυνατό αποτέλεσμα είναι ο διαδεδομένος κυνισμός. Ο περιορισμός της διαφθοράς, σε διεθνές επίπεδο, είναι δύσκολη υπόθεση και το γεγονός αυτό οδηγεί όλο και περισσότερους ικανούς ανθρώπους στην παραίτηση, αφήνοντας τους διεφθαρμένους να βασιλεύουν ανενόχλητοι. Οι ανισότητες κυριαρχούν… και οι άνθρωποι διαμαρτύρονται για την μείωση του κράτους πρόνοιας. Όλοι οι άνθρωποι θέλουν να παρατείνουν τη ζωή και την καλή υγεία, να φροντίσουν τη μόρφωση και να βελτιώσουν τις ευκαιρίες στη ζωή τους. Όλοι περίπου ανησυχούν για τις αποκλίσεις του πραγματικού εισοδήματος κατά τη διάρκεια της ζωής τους και όχι μόνο θέλουν να αυξήσουν το τρέχον εισόδημά τους, αλλά και να ελαχιστοποιήσουν τις απότομες διακυμάνσεις του. Τέλος, όλοι θέλουν να εξαλείψουν τις διακρίσεις, εξαλείφοντάς τες από τις κρατικές πρακτικές και απαγορεύοντάς τες στις ιδιωτικές πρακτικές. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι η ανισομερής πραγματοποίηση της ιδιότητας του πολίτη γεννά τον κυνισμό, και ο κυνισμός είναι η ψυχολογική άμυνα της αδυναμίας μπροστά στην εξουσία. Όλες οι παραπάνω επιδιώξεις είναι λογικές σε μια δημοκρατική διακυβέρνηση. Άλλωστε, η έννοια της δημοκρατίας έγινε σύμβολο και απόδειξη πολιτισμού...
Τα αιτήματα για περαιτέρω εκδημοκρατισμό δεν έχουν εξαντληθεί. Βρισκόμαστε στην εποχή μετάβασης και το μήνυμα είναι πως έχουμε υπερβεί τα όρια, το πολιτικό σύστημα βρίσκεται σε κρίση και αναπόφευκτα θα αλλάξει. Τον αν θα αλλάξει προς το καλύτερο δεν είναι σίγουρο, γιατί δεν υπάρχει κανένα αδιαμφισβήτητο δεδομένο ώστε να θεωρούμε ότι η πρόοδος είναι αναπόφευκτη. Η πρόοδος δεν είναι φυσικός νόμος, ό,τι έχει επιτευχθεί από μια γενιά, μπορεί να χαθεί από την επόμενη. Το μόνο που πρέπει να έχουμε υπόψη μας είναι η πίστη στη θεωρία της δυνατής προόδου. Στην πορεία μετάβασης, εκείνο για το οποίο μπορούμε να είμαστε βέβαιοι είναι ότι, όσοι έχουν προνόμια προτίθενται να τα διατηρήσουν με κάθε δυνατό τρόπο και ότι θα αγωνιστούν με όλη τους την αγριότητα, αλλά και με όλη τους την ευφυία, για να το στόχο τους. Οι εποχές της μετάβασης από ένα κοινωνικό σύστημα σε άλλο είναι αυτές ακριβώς οι στιγμές ιστορικής επιλογής…
Η δημοκρατία στο σημερινό περιβάλλον της παγκοσμιοποίησης είναι προβληματική. Πρέπει να ανακαλύψουμε μια δημοκρατία κατάλληλη για την εποχή μας… Ο λαός ενδιαφέρεται όλο και λιγότερο για την πολιτική και τα ποσοστά της αποχής από τις εκλογικές διαδικασίες συνεχώς μεγαλώνουν. Η κινητοποίηση απαιτεί πολιτικοποίηση, αλλά η πολιτικοποίηση απαιτεί την παραγωγή μίας συγκρουσιακής αναπαράστασης του κόσμου. Με τον τρόπο αυτό θα επιτευχθεί η πολιτική κινητοποίηση των παθών μέσα στο πλαίσιο της δημοκρατικής διαδικασίας. Η ψήφος των ατόμων δεν καθορίζεται μόνο από την υπεράσπιση των συμφερόντων τους, αλλά και από συναισθηματική διάσταση. Έτσι, ο πολιτικός λόγος δεν θα πρέπει να διαμορφώνει μόνο πολιτικές αλλά και ταυτότητες, οι οποίες βοηθούν τα άτομα να κατανοήσουν ό,τι βιώνουν και τους δίνουν ελπίδα για το μέλλον.
Η έλλειψη μίας αγωνιστικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στα δημοκρατικά κόμματα, μίας σύγκρουσης ανάμεσα σε διαφορετικά πολιτικά σχέδια, αποστερεί από τους ψηφοφόρους τη δυνατότητα να ταυτιστούν με ένα διαφοροποιημένο φάσμα δημοκρατικών πολιτικών ταυτοτήτων. Αν τα παραδοσιακά κόμματα δεν μπορούν να προσφέρουν αντικείμενα ταύτισης, οι συλλογικές ταυτότητες είναι δυνατόν να προσλάβουν άλλες μορφές. Ο λαϊκισμός παραμονεύει και αντικαθιστά την αποδυναμωμένη αντίθεση των δημοκρατικών κομμάτων (αριστεράς/δεξιάς) με την αντίθεση ανάμεσα στο «λαό» και το «κατεστημένο». Τα λαϊκιστικά κόμματα λειτουργούν ως «τράπεζες οργής».
Πρέπει να τονιστεί ότι, η δημοκρατική πολιτική είναι εκ φύσεως και κατ’ ανάγκην συγκρουσιακή. Η δημοκρατία μισεί την ομοφωνία!
Η κύρια διαφορά μεταξύ αριστεράς και δεξιάς έγκειται στις σημαντικές αποχρώσεις που παρουσιάζουν οι τοποθετήσεις τους για την οικονομία. Η δεξιά πριμοδοτεί κυρίως την ατομική πρωτοβουλία χωρίς υπερβολικούς περιορισμούς, την επιχειρησιακή ελευθερία και τη βαθμιαία αντικατάσταση των δημοσίων υπηρεσιών από ιδιωτικές συμβάσεις με έξοδα των χρηστών, ενώ η αριστερά ευνοεί δικαιώματα των εργαζομένων, την κοινωνική προστασία τους πέρα από κριτήρια αποδοτικότητας και την ανακατανομή του πλούτου μέσα από τη διατήρηση και τη βελτίωση των δημοσίων υπηρεσιών και την κοινωνική ασφάλιση. Τελικά, από τα έργα τους και τα οράματά τους πρέπει να τα κρίνουμε, όχι από τα αρχικά των ονομασιών τους. Στενά συνδεδεμένες έννοιες με αυτές της δεξιάς/αριστεράς είναι και οι έννοιες προοδευτικός/αντιδραστικός. Στην πολιτική πρόοδος είναι να προχωράει κανείς σε κάτι καλύτερο από αυτό που ήδη υπάρχει. Τα δύο μεγάλα εμπόδια για την πρόοδο είναι η εξαθλίωση και η άγνοια. Στη φύση οι ελλείψεις μας συνήθως οφείλονται στην τύχη. Στην κοινωνία όμως καμιά φτώχεια δεν είναι τυχαία ή αναπόφευκτη. Όσο για την άγνοια, αρκεί να σκεφτούμε ότι κανείς δε θα μπορέσει να προχωρήσει προς το καλύτερο άμα δεν ξέρει το καλύτερο γι’ αυτόν και τους άλλους. Οι μεγάλες ανισότητες του αιώνα μας είναι αυτές που διαχωρίζουν τους ανθρώπους σε εκείνους που ξέρουν και έχουν εκπαιδευτική πρόσβαση στις πηγές γνώσης και σε αυτούς που χρειάζονται την πληροφοριακή κηδεμονία των άλλων για όλη τους τη ζωή. Προοδευτικοί είναι όποιοι αγωνίζονται ενάντια στην εξαθλίωση και στην άγνοια και αντιδραστικοί όποιοι τις ευνοούν. Είναι ένα θέμα που ελάχιστη σχέση έχει με την παραδοσιακή διαίρεση σε δεξιά και αριστερά. Προοδεύω σημαίνει ανανεώνω αλλά και διατηρώ αυτό που έχει ήδη επιτευχθεί.
Η δημοκρατία απαιτεί μία σαφή διαίρεση ανάμεσα στην κυβέρνηση και την αντιπολίτευση (βασίζεται στον κανόνα της πλειοψηφίας ). Οι διαφοροποιήσεις τους δίνουν στους πολίτες τη δυνατότητα να επιλέξουν ανάμεσα σε διαφορετικούς τρόπους οργάνωσης της κοινωνίας. Όταν η κοινωνική διαίρεση δεν μπορεί να εκφραστεί μέσω των αντιθέσεων, τα πάθη δεν μπορούν να στραφούν σε δημοκρατικούς σκοπούς και οι ανταγωνισμοί παίρνουν μορφές που ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο τους δημοκρατικούς θεσμούς. Μια δημοκρατική κοινωνία πρέπει να είναι πλουραλιστική (ο πλουραλισμός έχει τις ρίζες του στην ανεκτικότητα: απόρριψη κάθε δόγματος και μοναδικής αλήθειας, harm principle και αμοιβαιότητα). Αλλά, μια δημοκρατική πλουραλιστική πολιτική δεν μπορεί να θεωρεί νόμιμα όλα τα αιτήματα που προβάλλονται σε μία δεδομένη κοινωνία. Μια δημοκρατική κοινωνία δεν μπορεί να μεταχειρίζεται όσους αμφισβητούν τους βασικούς της θεσμούς ως νόμιμους αντιπάλους. Ορισμένα αιτήματα αποκλείονται, όχι επειδή κρίνονται κακά, αλλά επειδή αμφισβητούν τους συστατικούς θεσμούς της δημοκρατικής οντότητας. Η δημοκρατία απαιτεί μια συγκρουσιακή συναίνεση. Συναίνεση γύρω από ένα κοινό θεμέλιο αναγνωρισμένων αξιών (τις ηθικο-πολιτικές αξίες της ελευθερίας και της ισότητας για όλους) και διαφωνία για την ερμηνεία τους (τα μέσα και τις προτεραιότητες). Πρέπει να γίνει σαφές ότι, η χάραξη ενός ορίου ανάμεσα στο νόμιμο και μη νόμιμο αποτελεί μια πολιτική απόφαση, και συνεπώς θα παραμένει πάντα ανοικτή στην αμφισβήτηση. Μια δημοκρατική κοινωνία απαιτεί την προσήλωση των πολιτών της σε ένα σύνολο κοινών αρχών, που διατυπώνονται συνήθως σε ένα σύνταγμα (ο μηχανισμός ελέγχου της εξουσίας) και ενσαρκώνονται σε ένα νομικό πλαίσιο, και δεν μπορεί να επιτρέψει τη συνύπαρξη αντιμαχόμενων αρχών νομιμότητας στο εσωτερικό της. Πρέπει να καταστεί σαφές ότι, η συναίνεση που αναστέλλει τη συγκρουσιακή διάσταση σε μια δημοκρατία οδηγεί σε εκφυλιστικά φαινόμενα… Ο ανταγωνισμός είναι ανεκρίζωτος (Mouffe S., 2010).
4. Οι κραδασμοί και το μέλλον
Η ταραγμένη εποχή μας χαρακτηρίζεται από την οικονομική και ηθική κρίση. Βέβαια, πάντοτε υπήρξαν και πάντοτε θα υπάρξουν παρόμοιες εποχές. Άλλωστε, η φυσική εξέλιξη για το κάθε τι είναι η ακμή και η παρακμή.
Η σημερινή κατάσταση στη χώρα μας είχε μια μακρά περίοδο κυοφορίας, για την οποία όλοι είχαμε ρόλο με κυρίαρχο εκείνον των πολιτικών μας. Το ελληνικό κράτος γεννήθηκε ως ένα «αποτυχημένο κράτος» και συνεχίζει με καταστροφές και θριάμβους (Καλύβας Σ., 2015). Οι πολιτικοί μας είχαν μικρό ορίζοντα σχεδιασμών και ξέχασαν ότι το ανθρώπινο μεγαλείο τους αναδεικνύεται με την εξύψωση πάνω από τη «φύση» τους. Ο πολιτικός ηγέτης ανταποκρίνεται στο καθήκον του όταν εμπνέει το λαό κάνοντάς τον κοινωνό της αλήθειας και δείχνοντας με το παράδειγμά του το δρόμο για το κοινό καλό. Οι ηθικές αξίες ενισχύουν την πολιτική σκέψη, ενώ η παραπλάνηση (ψέμα, αποσιώπηση, διαστρέβλωση, μπλόφα) δημιουργεί μια τοξική κουλτούρα ανεντιμότητας που ενθαρρύνει την ανειλικρίνεια στην καθημερινή ζωή (Mearsheimer J., 2012).
Εδώ και πολλά χρόνια οι πολιτικοί μας, έχοντας στραμμένη την προσοχή τους στην εξουσία, κολακεύουν το λαό και τον απομακρύνουν από την πραγματικότητα και τις υποχρεώσεις του. Το να κολακεύεις το λαό είναι επικίνδυνο, γιατί η κολακεία είναι πράξη που αποκλίνει από το δίκαιο και την ευθυκρισία, αλλά και γιατί ο λαός δεν είναι από τη φύση του ικανός να κρίνει σωστά (Romilly J., 2010). Η έλλειψη αντικειμενικής ενημέρωσης, η συναισθηματική ένταξη σε κομματικές παρατάξεις, η ελλειμματική αφομοίωση της ιδιότητας του πολίτη και η μειωμένη αίσθηση του κοινού καλού δεν οδηγούν σε ορθή κρίση. Η δημόσια γνώμη αντί να κατευθύνει… κατευθύνεται (Μασσαλάς Χ., 2012). Κατά τον Κ. Καστοριάδη (2007): η δημοκρατία είναι το καθεστώς που θεμελιώνεται ρητά στη δόξα, στη γνώμη, στην αντιπαράθεση των γνωμών, στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Η αναίρεση από κάποιους της γνώμης τους είναι κάτι παραπάνω από επιτρεπτή και νόμιμη, είναι η ίδια η ανάσα της δημόσιας ζωής. Για την οικοδόμηση μιας δημοκρατικής πολιτείας με συνοχή, η ηθική είναι αναγκαία και από την πλευρά των πολιτικών και από την πλευρά του λαού. Για τους αρχαίους Έλληνες, το ηθικά καλό ήταν ταυτόχρονα αισθητικά ωραίο και εγγύτατο προς την αλήθεια της φύσης (Bauman Z., 1994). Τα πολιτικά σφάλματα προέρχονται κυρίως από τον εγωισμό και την αδιαφορία με βάση την οποία ο καθένας μας ενεργεί χωρίς να έχει εμπεδώσει την αξία του «δημόσιου καλού».
Οι πολιτικοί ηγέτες που βρέθηκαν στο τιμόνι της εξουσίας τα προηγούμενα χρόνια λοιδορούνται. Η εύκολη κριτική είναι στην κουλτούρα μας, αλλά και οι ηγέτες πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να πουν στο λαό όλη την αλήθεια… Η προσφορά τους θα είναι μεγάλη και θα αποτελέσει παρακαταθήκη για τους πολιτικούς του παρόντος και του μέλλοντος. Είναι καιρός οι πολιτικοί μας να διδαχθούν από τα μηνύματα άλλων εποχών… και να κάνουν καθημερινό ανάγνωσμά τους τον Επιτάφιο του Περικλή! Ο πολιτικός πέρα από την εφήμερη διάσταση της δόξας πρέπει να βλέπει την προβολή της στο απώτερο μέλλον. Η ευθύνη του δεν σταματάει με τον θάνατό ή την αποχώρηση του από την ενεργό πολιτική (Popper Κ., 2011).
Αν και βιώνουμε μια περίοδο εντάσεων, αμφιβολιών και απογοητεύσεων δεν πρέπει να λυγίσουμε ως λαός. Πρέπει να εξοστρακίσουμε την ακηδία…
Οι πολιτικές ηγεσίες των κομμάτων πρέπει να αναλογιστούν τον λόγο ύπαρξής τους και να δημιουργήσουν, με τις στάσεις τους, περιβάλλον αισιοδοξίας για ένα μέλλον προσδοκιών. Η αλήθεια είναι ότι όλοι πρέπει να αναστοχαστούμε το ρόλο μας για μια ευνομούμενη πολιτεία. Η εμπέδωση της έννοιας του κοινού καλού, η απόρριψη κάθε έννοιας λαϊκισμού, η αλήθεια και η πίστη ότι η ηθική ενισχύει την ευφυία είναι κάποιοι παράγοντες που η ικανοποίησή τους μπορεί να μας σώσει.
Μια παράμετρος που διαδραματίζει ρόλο στην έκφραση της δημοκρατίας είναι η ευπρέπεια. Η έλλειψή της ευτελίζει τις αξίες που εμπεριέχονται στους θεσμούς με αποτέλεσμα την υποβάθμισή τους. Η ευπρέπεια μπορεί να συνεισφέρει στην ενδυνάμωση των νεωτερικών θεσμών και για τον λόγο αυτό το αίτημα για ευπρέπεια στον δημόσιο βίο και την καθημερινότητα συνιστά σήμερα ριζοσπαστικό αίτημα για τον εμπλουτισμό της δημοκρατίας (Τάσης Θ., 2015).
Ζούμε σε μια πλανητική εποχή όπου το έθνος κράτος έχει περιορισμένες δυνατότητες στη διαχείριση του παρόντος και στον σχεδιασμό του μέλλοντός του. Τα αποτελέσματα της νέας πλανητικής εποχής τα βιώνουν πολλές κοινωνίες, μαζί και η δική μας, με τον πιο έντονο τρόπο. Η εποχή αυτή δημιούργησε τον άνθρωπο της κατανάλωσης, της έλλειψης του μέτρου, της ύβρεως, του πολιτικού αμοραλισμού και της εύκολης λείας. Η εντροπία του κοινωνικού «γίγνεσθαι» αυξάνεται. Το που θα οδηγήσει δεν είναι γνωστό. Το μόνο που είναι προφανές είναι η αύξηση της αβεβαιότητας και οι συνεχείς κοινωνικές συγκρούσεις και εξεγέρσεις των απελπισμένων. Η ιστορία αρχίζει να κινείται πάλι από την αρχή και ο τόπος της είναι ο πλανήτης ολόκληρος.
Σήμερα το παιχνίδι είναι ανοιχτό ανάμεσα σε δύο μεγάλες τάσεις της εποχής: α) την τάση που εμπνέεται από μια νέο-δαρβινική αντίληψη και που εμπιστεύεται την ανάπτυξη στην πρωτοκαθεδρία των ισχυρότερων οικονομικών συμφερόντων και την υποταγή της πολιτικής σ’ αυτά κα β) την τάση, αν και αρκετά εξασθενημένη, που αποκρούει αυτή τη μορφή ανάπτυξης και διερευνά τις οδούς προς μια πρόοδο θεμελιωμένη σε ένα συνδυασμό ηθικού εκπολιτισμού, δημοκρατικής διακυβέρνησης, μη ληστρικής χρήσης των υλικών πόρων και κατανομής του πλούτου που θα φέρει τη σφραγίδα της κοινωνικής δικαιοσύνης και θα στοχεύει στην απελευθέρωση από τους εξωτερικούς καταναγκασμούς, οι οποίοι εξευτελίζουν και καταπιέζουν την προσωπικότητα τεράστιου αριθμού ατόμων (Salvadori M., 2011).
Και για να έρθουμε στα καθ’ ημάς:
Η κοινωνία μας βιώνει μια πρωτοφανή κρίση. Για το ξεπέρασμά της, τα πολιτικά κόμματα πρέπει να βρουν τον κοινό τους τόπο και να επικεντρώσουν την προβληματική τους στην αναζήτηση τρόπων επιβίωσης της χώρας. Μέσα από τις αντιθέσεις τους πρέπει να οδηγηθούν σε θέσεις που θα αναγεννήσουν την ελπίδα. Πρέπει να δώσουν στον λαό τη δυνατότητα να ονειρεύεται και να προσπαθεί να καταστήσει τον τόπο μας… «ευ-τοπία». Ο λαός μας έχει υποστεί πολλές δοκιμασίες και επέζησε. Οι συνθήκες όμως που διαμορφώνονται στις μέρες μας είναι πιο δύσκολες, τόσο ως προς την κατανόηση όσο και ως προς την αντιμετώπισή τους. Η κοινωνία μας είναι μια ανοικτή κοινωνία, όχι γιατί επιχειρεί να ενσωματώσει νέα στοιχεία στην κουλτούρα της, αλλά γιατί υπόκειται τις απρόβλεπτες παράπλευρες συνέπειες της «αρνητικής παγκοσμιοποίησης. Η χώρα μας είναι ανίσχυρη. Από την ιστορία είναι γνωστό ότι μια ανίσχυρη χώρα δίνει περιθώρια να εγερθούν προβλήματα που βρίσκονται εν υπνώσει. Άλλωστε, οι κρίσεις δημιουργούν τις προϋποθέσεις για διεκδικήσεις και ταπεινώσεις. Στη σημερινή πραγματικότητα έχουμε απόλυτη ανάγκη: την αξιοποίηση της νέας τεχνολογίας για ριζοσπαστικό εκδημοκρατισμό, «φωτισμένες» ηγεσίες και ενεργούς πολίτες με κριτική παιδεία… Η αρχαία «πόλις-κράτος» παραμένει ένα θέατρο ιδεών και σχολείο πολιτικής σύνεσης… Είναι καιρός να αναλογιστούμε όλοι την κρισιμότητα της κατάστασης στην οποία βρίσκεται η χώρα και να ενώσουμε τις προσπάθειές μας για τη δημιουργία των αναγκαίων προϋποθέσεων: για την αξιόπιστη λειτουργία της δημοκρατίας, την τόνωση του ενδιαφέροντος των πολιτών για την πολιτική και την αξιοποίηση του «εθνικού ταλέντου».
Πρέπει να γίνει κοινή συνείδηση ότι η αξιόπιστη λειτουργία της δημοκρατίας είναι το ισχυρό αντίδοτο στο θράσος της εξουσίας και της αυθαιρεσίας και το ισχυρό όπλο στον αγώνα για την αποκάλυψη της διαφθοράς, της αλαζονείας, κ.ά. Στο παρελθόν, πρόσφατο και απώτερο, οι πολιτικοί θεσμοί δοκιμάστηκαν στη χώρα μας. Το παρελθόν δεν μπορούμε να το αλλάξουμε, μπορούμε όμως να διδαχτούμε απ’ αυτό και ν’ αλλάξουμε…
Τον 20ο αιώνα κυριάρχησε στην Ευρώπη η αντιπαράθεση του ολοκληρωτισμού με τη δημοκρατία, αντιπαράθεση που διαδραματίστηκε όχι μονάχα στα πεδία των μαχών και στην οικονομία, αλλά και στο επίπεδο των μεγάλων πολιτικών και ηθικών αρχών, που στήριζαν το καθένα από τα καθεστώτα. Η επίθεση του ολοκληρωτισμού κατά της δημοκρατίας ανέδειξε τα στοιχεία της ανθρωπιστικής σκέψης από τα οποία αυτή εμπνέεται. Ο ολοκληρωτισμός υπόσχεται ευτυχία για όλους, αλλά μονάχα αφού θα έχουν εξολοθρευθεί όσοι δεν είναι άξιοι, δηλαδή η εχθρική τάξη ή η κατώτερη φυλή (Todorov T., 2003). Το ερώτημα που εγείρεται είναι: απειλούμαστε, στο άμεσο μέλλον, από την επιστροφή που ολοκληρωτισμού (ή του πνεύματος που τη χαρακτήριζε); Η πιθανότητα μοιάζει αμελητέα, χωρίς βέβαια να έχουν απομακρυνθεί όλοι οι κίνδυνοι για τη δημοκρατία. Αν και είναι φρονιμότερο να μην κάνεις προβλέψεις, θα τολμούσα να κάνω την ακόλουθη: όλα εξαρτώνται από τις πράξεις και παραλείψεις μας, το μέλλον παραμένει στα χέρια μας.
Και το κρίσιμο ερώτημα..
5. Κινδυνεύει η Δημοκρατία;
Σε μια δημοκρατική χώρα το πολιτικό της σύστημα βρίσκεται κατά καιρούς αντιμέτωπο με προβλήματα: οικονομική κρίση, λαϊκή δυσαρέσκεια, εκλογική αποδυνάμωση παραδοσιακών κομμάτων, κ.ά. Σε τέτοιες καταστάσεις, αν τα πολιτικά κόμματα και οι πολιτικοί δεν λειτουργήσουν ως άγρυπνοι φρουροί των δημοκρατικών θεσμών και ελευθεριών, η δημοκρατία κινδυνεύει. Είναι η ευκαιρία των δημαγωγών... Εμφανίζονται ως αυθεντικοί εκπρόσωποι του λαού, πολέμιοι της διαφθοράς και της αναξιοκρατίας, χαρακτηρίζουν τους άλλους διεφθαρμένους και αντιδημοκρατικούς και διεκδικούν την εξουσία.
Οι εκλεγμένοι λαϊκιστές υποσκάπτουν τη δημοκρατία σταδιακά, με τρόπο μη αντιληπτό από τους πολίτες, βήμα-βήμα, χωρίς να υπάρχουν εμφανείς παραβιάσεις της νομιμότητας ως προς τη λειτουργία της νομοθετικής ή της δικαστικής εξουσίας. Για να αντιληφθούμε καλύτερα το πώς υποσκάπτεται η δημοκρατία από τους λαϊκιστές, οι Levitsky, S. & Ziblatt, D. στo πώς πεθαίνουν οι δημοκρατίες (Μεταίχμιο, 2018) έθεσαν το πρόβλημα με ποδοσφαιρικούς όρους: «Προκειμένου να κερδίσουν το πρωτάθλημα, κάποιοι φροντίζουν να εξασφαλίσουν πρώτα την εύνοια της διαιτησίας για την ομάδα τους, την εύνοια των ποδοσφαιρικών αρχών και δικαστηρίων, ακόμα και να εξαγοράσουν ορισμένα από τα αστέρια των ομάδων που είναι ενδεχόμενοι ανταγωνιστές για την πρώτη θέση».
Στις αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες το ρόλο των διαιτητών έχουν: η δικαστική εξουσία, οι ανεξάρτητες αρχές, η δημόσια διοίκηση,... Από τη στιγμή που οι εκλεγμένοι δημαγωγοί έχουν εξασφαλίσει ότι οι «διαιτητές» είναι δικοί τους άνθρωποι στρέφονται εναντίον των πολιτικών τους αντιπάλων. Μάλιστα, για να εδραιωθούν στην εξουσία αλλάζουν τους όρους του πολιτικού παιχνιδιού (αλλάζουν τον εκλογικό νόμο, τις εκλογικές περιφέρειες, το σύνταγμα,...) και ενισχύουν την πόλωση. Πρέπει να σημειωθεί ότι τις προωθούμενες αλλαγές τους τις παρουσιάζουν ως μεταρρυθμίσεις.
Πώς θα αποφευχθεί η παρακμή της δημοκρατίας;
Όπως είναι γνωστό, ακόμα και ένα άρτια σχεδιασμένο σύνταγμα δεν είναι ικανό από μόνο του για να εγγυηθεί το απαραβίαστο των δημοκρατικών θεσμών και ελευθεριών. Η ενίσχυση της δημοκρατίας απαιτεί την τήρηση ενός σώματος άγραφων, εθιμικών κανόνων με βασικότερους: την αμοιβαία ανοχή, δηλαδή να αποδεχόμαστε τους αντιπάλους ως νόμιμους διεκδικητές της εξουσίας, και την θεσμική αυτοσυγκράτηση, δηλαδή να αποφεύγονται πράξεις και ενέργειες που, αν και δεν παραβιάζουν το γράμμα, αντιστρατεύονται το πνεύμα του νόμου.
Σε μια αξιόπιστη δημοκρατία οι πραγματικά υπεύθυνες πολιτικές δυνάμεις οφείλουν να θέτουν σε πρώτη προτεραιότητα την προστασία και τη σωτηρία της δημοκρατίας. Για το σκοπό αυτό: α) δεν πρέπει τα κόμματα που πιστεύουν στη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών να φιλοξενούν στους κόλπους τους (ή και να συνεργάζονται με) στελέχη που απεργάζονται τη λειτουργία της δημοκρατίας, β) να απομονώνουν τους εξτρεμιστές και γ) σε κρίσιμες περιπτώσεις να συγκροτούν μέτωπο με τις πολιτικές δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου.
Οι στυγνές δικτατορίες λιγοστεύουν, αλλά η παρακμή της δημοκρατίας στις μέρες μας αρχίζει από την κάλπη.
Ο. Καθηγητής Χρήστος Β. Μασσαλάς -π. Πρύτανης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, μέλος της διοίκησης του Ριζαρείου Ιδρύματος
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
Βιβλιογραφία
Bauman, Z., Πολιτισμός και πράξη. Αθήνα: Πατάκης, 1994.
Canivez, P., Ποια αγωγή για τον πολίτη; Αθήνα: Sciptra, 2000.
Cartledge, P., Η αρχαία ελληνική πολιτική σκέψη στην πράξη. Αθήνα: Λιβάνης, 2011.
Debray, R., Εξηγώντας τη Δημοκρατία στην κόρη μου. Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη, 1998.
Δήμου, Ν., Η δυστυχία του να είσαι Έλληνας. Αθήνα: Πατάκης, 2009.
Ferguson, J., ΄Ήθη και αξίες στην Αρχαία Ελλάδα. Αθήνα: Εκδόσεις Ενάλιος, 2006..
Hobsbaum, E., Παγκοσμιοποίηση, Δημοκρατία και Τρομοκρατία. Αθήνα: Θεμέλιο, 2007.
Καλύβας, Σ., Καταστροφές και Θρίαμβοι. Αθήνα: Εκδόσεις Παπαδόπουλος, 2015.
Καστοριάδης, Κ., Η αρχαία ελληνική δημοκρατία και η σημασία για μας σήμερα. Αθήνα: Ύψιλον, 1999.
Καστοριάδης, Κ., Παράθυρο στο χάος. Αθήνα: Ύψιλον, 2007.
Keane, J., Γιατί Δημοκρατία; Αθήνα: Νεφέλη, 2012..
Lascoumes, P., Διαφθορά. Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη, 2003.
Levitsky, S. & Ziblatt, D., Πώς πεθαίνουν οι δημοκρατίες: Μεταίχμιο, 2018
Lipovetsky, G., Παγκοσμιοποίηση και υπερ- νεωτερικότητα: κοσμολογική και δυτική κουλτούρα. Αθήνα: Νησίδες, 2012.
Μachiavelli, N., Ο Ηγεμόνας. Αθήνα: Εκδόσεις Κάκτος..
Μασσαλάς, Χ., Ανατέμνοντας. Αθήνα: Gutenberg, 2014.
Μασσαλάς, Χ. & Διάφα-Καμπουρίδη Β., Για μια εφικτή δημοκρατία. Ιωάννινα: Εκδόσεις Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, 2014.
Μασσαλάς, Χ., Ίσως είναι κι αλλιώς. Ιωάννινα: Εκδόσεις Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, 2012.
Μασσαλάς, Χ., Ίσως είναι και έτσι. Αθήνα: Gutenberg, 2008.
Μασσαλάς, Χ., Αρθρογραφία. Το Βήμα, Κόσμος του Επενδυτή, 2008-2015.
Mearsheimer, J., Γιατί οι πολιτικοί λένε ψέματα. Αθήνα: Πατάκης, 2012.
Mouffe, S., Επί του πολιτικού. Αθήνα: Εκκρεμές, 2010.
Nemo, F., Τι είναι Δύση; Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2008.
Παπανούτσος, Ε., Πρακτική Φιλοσοφία: μερικές τομές σε μεγάλα ζητήματα. Αθήνα: Νόηση, 2008.
Παπανούτσος, Ε., Το δίκαιο της πυγμής. Αθήνα: Νόηση, 2008.
Popper, K., Η ζωή είναι επίλυση προβλημάτων. Αθήνα: Μελάνι, 2011.
Romilly, J., Το ανθρώπινο μεγαλείο στον αιώνα του Περικλή. Αθήνα: Ωκεανίδα, 2010.
Romilly, J., Πόσο επίκαιρη είναι η αθηναϊκή δημοκρατία σήμερα. Αθήνα: Ερμής, 2009.
Sartori G., Η δημοκρατία σε 30 μαθήματα. Μελάνι, 2015
Salvadori, M., Η ιδέα της προόδου. Μπορούμε να ζήσουμε χωρίς αυτήν; Αθήνα: Σαββάλας, 2011.
Savater, F., Μιλώντας στον γιό μου για την πολιτική και τη δημοκρατία. Αθήνα: Πατάκης, 2010.
Τάσης, Θ., «Ευπρέπεια ο νέος Ριζοσπαστισμός». Εφ. Καθημερινή, 19-20-Σεπτ. 2015.
Todorov, T., Οι εσωτερικοί εχθροί της δημοκρατίας. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη, 2013.
Todorov, T., Μνήμη του κακού Πειρασμός του καλού. Αθήνα: Βιβλιοπωλείο της Εστίας, 2003.
Wallerstein, I., Για να καταλάβουμε τον κόσμο μας. Αθήνα: Θύραθεν, 2009.
Wallerstein, I., Ο Ευρωπαϊκός Οικουμενισμός. Η ρητορική της δύναμης. Αθήνα: Θύραθεν, 2010.
Wallerstein, I., Σύγκρουση Πολιτισμών. Η μεγάλη εικόνα και το μελλοντικό σύστημα. Αθήνα: Θύραθεν, 2011.